Το ψυχολογικό τραύμα μπορεί να δημιουργηθεί απ’ το να είμαστε μάρτυρες σε ένα έντονο, φοβιστικό και απειλητικό γεγονός ή να εκτεθούμε οι ίδιοι σ’ αυτό το γεγονός (είτε τραυματιστούμε τελικά είτε όχι). Τα έντονα αυτά, φοβιστικά και απειλητικά γεγονότα συνοδεύονται, κατά βάση, από φόβο, τρόμο και αίσθημα ότι το άτομο είναι αβοήθητο. Το τραυματικό γεγονός μπορεί να είναι το οτιδήποτε: ένας θάνατος, ένας σοβαρός τραυματισμός, μια σεξουαλική κακοποίηση, μια πολύ δύσκολη κατάσταση που μπορεί να συμβεί είτε σε εμάς είτε σε κάποιον δικό μας άνθρωπο. Όλα αυτά τα συναισθήματα συνεχίζουν να υπάρχουν στο άτομο, ακόμα κι όταν το γεγονός έχει τελειώσει. Έτσι, δημιουργήθηκε ο όρος «μετατραυματικό στρες», που ορίζει το άγχος που παραμένει στο άτομο εξαιτίας ενός απειλητικού γεγονότος, ακόμα κι όταν το απειλητικό γεγονός έχει παρέλθει. Ωστόσο, δεν σημαίνει ότι κάθε άνθρωπος που εκτίθεται σε ένα φοβιστικό και απειλητικό γεγονός θα αποκτήσει μετά μετατραυματικό στρες.
Το μετατραυματικό στρες εκφράζεται i) με αναμνήσεις του απειλητικού γεγονότος (flashbacks, εφιάλτες) κτλ., ii) με αϋπνίες, ευερεθιστότητα, παρορμητικότητα και θυμό, και iii) αποφυγή, κατάθλιψη, σύγχυση, κενότητα, αποπραγματοποίηση.
Για να χαρακτηρίσουμε το άγχος ως μετατραυματικό τότε θα πρέπει τα συμπτώματα που προαναφέρθηκαν να υπάρχουν για παραπάνω από 1 μήνα.
Πολλοί άνθρωποι που βιώνουν μετατραυματικό στρες αποφεύγουν μετά τις καταστάσεις ή τα μέρη ή τους ανθρώπους ή και τις συζητήσεις που σχετίζονται με το απειλητικό γεγονός που τους στοίχειωσε. Κάποιοι άλλοι παθαίνουν ακόμα και επιλεκτική αμνησία, δηλαδή μπλοκάρουν τις αναμνήσεις τους και οτιδήποτε σχετίζεται με το απειλητικό γεγονός. Τα αρνητικά αποτελέσματα που συνοδεύουν το μετατραυματικό στρες είναι ανηδονία (έλλειψη ευχαρίστησης από δραστηριότητες που κάποτε ήταν ευχάριστες), αρνητικές σκέψεις, συναισθηματική αστάθεια και κοινωνική απόσυρση. Το μετατραυματικό στρες μπορεί να επιδράσει ακόμα και στον ύπνο και στα επίπεδα συγκέντρωσης.
Από μετατραυματικό στρες πάσχει το 8.7% του γενικού πληθυσμού στις ΗΠΑ. Ο όρος φαίνεται να πρωτοεμφανίστηκε απ’ τους βετεράνους του πολέμου του Βιετνάμ και του Αφγανιστάν. Οι άνθρωποι που πάσχουν από μετατραυματικό στρες συνήθως έχουν κι άλλες διαταραχές, ή είναι πιο επιρρεπείς στην κατάχρηση ουσιών.
Το μετατραυματικό στρες χωρίζεται σε 2 κατηγορίες: α) το οξύ και β) το χρόνιο: εάν τα συμπτώματα παραμένουν για παραπάνω από 3 μήνες τότε χρησιμοποιούμε τον όρο «οξύ μετατραυματικό στρες», ενώ εάν παραμένουν για παραπάνω χρονικό διάστημα τότε θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε και «χρόνιο μετατραυματικό στρες». Το 60.7% των ανδρών και το 51.2% των γυναικών θα βιώσουν τουλάχιστον ένα τραυματικό γεγονός στη ζωή τους. Παρόλα αυτά, το μετατραυματικό στρες είναι συχνότερο στις γυναίκες απ’ ό,τι στους άντρες, με αναλογία 2:1.
Νευροχημικά οι κατεχολαμίνες, η σεροτονίνη, τα αμινοξέα και τα πεπτίδια παίζουν σημαντικό ρόλο. Νευροανατομικά, φαίνεται να εμπλέκεται ο ιππόκαμπος και η αμυγδαλή.
Γιατί μερικοί άνθρωποι αναπτύσσουν μετατραυματικό στρες ενώ άλλοι όχι; Η απάντηση οφείλεται, ως ένα σημείο, και σε γενετικούς παράγοντες. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν μεγαλύτερη προδιάθεση στην ανάπτυξη άγχους, έναντι άλλων.
Μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να δείχνουν ότι το μετατραυματικό στρες σχετίζεται με αυξημένες πιθανότητες αυτοκτονίας.
Για να αντιμετωπίσουμε το μετατραυματικό στρες χρειάζεται ένας συνδυασμός από φαρμακευτική αγωγή και ψυχοθεραπεία. Μάλιστα, η ψυχοθεραπεία φαίνεται να έχει σημαντικά καλύτερα αποτελέσματα, συγκριτικά με τα φάρμακα. Φαρμακευτικά χρησιμοποιούνται αντικαταθλιπτικά φάρμακα τύπου SSRIs, άτυπα αντιψυχωσικά, σταθεροποιητές διάθεσης, υπνωτικά και αγχολυτικά. Όλα αυτά τα φάρμακα, ωστόσο, δεν έχουν αποδειχτεί ιδιαιτέρως αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση της διαταραχής αυτής. Η κεταμίνη έχει κάποιες καλές μελέτες και φαίνεται να βοηθάει στην αντιμετώπιση του μετατραυματικού στρες.